Τα τυριά των Κυκλάδων
- Harry Tzannis
- 16 Μαρ
- διαβάστηκε 9 λεπτά
Η ιστορία της Τυροκομίας, της τέχνης της παραγωγής δηλαδή τυριών από γάλα, χάνεται στα βάθη των αιώνων με πολλές αναφορές σε αρχαία κείμενα ήδη από την εποχή του Ομήρου. Στον Ελλαδικό χώρο, το τυρί συνδέθηκε με τους θεούς, καθώς αποτελούσε το «δώρο τους προς τους ανθρώπους». Η Τυροκομία κατείχε ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις παραγωγικές διαδικασίες με την απόδοση γευστικών, κυρίως λευκών τυριών, που έβρισκαν τη θέση τους στην καθημερινή διατροφή των Ελλήνων, ενώ αποτελούσαν και σημαντικό εμπορικό προϊόν για προορισμούς στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.

Ο πρώτος βοσκός και τυροκόμος που γνωρίζουμε από την Οδύσσεια (ραψωδία <ι> 240-630) ήταν ο Κύκλωπας Πολύφημος, γιος του θεού Ποσειδώνα και της Νύμφης Θοώσης, κόρης του Φόρκυος. Σύμφωνα με την Οδύσσεια ο Πολύφημος κατοικούσε σε σπήλαιο νησιού («νησί των Κυκλώπων») και ζούσε από τα πρόβατά του, πήζοντας τυριά σε κάδους που ωρίμαζαν στοιβαγμένα στη σπηλιά. Αναφορές σχετικές με τα τυριά βρίσκουμε και στον Αριστοτέλη και αργότερα στον Πλίνιο [2ο π.Χ. αιώνας] όπου χαρακτηριστικά αναφέρεται ο λευκός Κύθνιος τυρός, ξακουστός σε ολόκληρη την Ελλάδα αλλά και τη Ρώμη. Λέγεται ότι η υψηλή ποιότητά του οφειλόταν στην διατροφή των αιγοπροβάτων με θάμνο Κύτισο ο οποίος υπήρχε στα βοσκοτόπια της Κύθνου.
Το terroir των Κυκλάδων
Η κυκλαδίτικη Τυροκομία κατέχει εξέχουσα θέση στη συνολική Ελληνική παραγωγή καθώς παρουσιάζει μοναδικά, τοπικά χαρακτηριστικά τα οποία προσδίδουν αναγνωρίσιμη ταυτότητα στα προϊόντα. Η περιοχή των Κυκλάδων με την ποικιλομορφία στο ανάγλυφο των νησιών, τη δυναμική συμμετοχή των ανέμων και την καταλυτική επίδραση της θάλασσας, αποτελεί μορφολογικά ένα ιδιαίτερο terroir, δηλαδή περιβαλλοντικό οικοσύστημα, που διαμορφώνει ανεξίτηλα τον χαρακτήρα των τοπικών προϊόντων, μεταξύ των οποίων και τα τυροκομικά. Είναι σημαντικό πριν αναφερθούμε στη σημασία της κυκλαδίτικης Τυροκομίας να κατανοήσουμε αυτή την ιδιαιτερότητα.
Η πολυποίκιλη μορφολογία των νησιών, όπου συναντούμε περιοχές άνυδρες με χαμηλή βλάστηση, υψηλούς ορεινούς όγκους, κτήματα που καταλήγουν στη θάλασσα, ηφαιστιογενή εδάφη, αμμώδη εδάφη, σπηλαιώδεις όγκους κ.α., διαμορφώνουν ένα ιδιότυπο γεωγραφικό παζλ όπου το κάθε κομμάτι ευνοεί την ανάπτυξη προϊόντων που διαθέτουν ξεκάθαρο τοπικό χαρακτήρα.
Ο ξερικός χαρακτήρας των βοσκοτόπων διαμορφώνει συνθήκες γευστικής συμπύκνωσης που διαφοροποιεί την πρώτη ύλη σε σημαντικό βαθμό και προσδίδει ένταση και διάρκεια στη γεύση. Η επίδραση των ανέμων ενισχύει τον ξερικό χαρακτήρα των νησιών, ενώ διαμορφώνει συνθήκες ωρίμανσης που στην τυροκομία είναι καθοριστικές για το γευστικό προφίλ του τελικού προϊόντος.
Τέλος, το αναζωογονητικό άγγιγμα της θάλασσας επιδρά καταλυτικά στη γευστική πολυπλοκότητα ρυθμίζοντας παράγοντες όπως είναι η υγρασία και η αλμυρότητα ενός προϊόντος.
Δεν είναι παράτολμο λοιπόν να προσδιορίσουμε το νησιωτικό σύμπλεγμα τον Κυκλάδων ως ένα μοναδικό terroir που συνδυάζει ιδανικές συνθήκες περιβάλλοντος και γεωγραφική ποικιλία, που σε συνδυασμό με τον ανθρώπινο παράγοντα, την πανίδα και κυρίως την παράδοση, διαμορφώνουν έναν διακριτό και συνάμα δυναμικό χαρακτήρα που προσδίδει αναγνωρίσιμη ταυτότητα στα τυριά των Κυκλάδων.
Είναι σημαντικό να μην ξεχνούμε πως η Τυροκομία στις Κυκλάδες ήταν αρχικά και πρωτίστως οικιακή, δηλαδή κάθε νοικοκυριό διαχειριζόταν το γάλα των οικόσιτων ζώων ανάλογα με τα διαθέσιμα μέσα και συνθήκες.
Δοχεία από βούρλα, καλαμωτές, πέτρινα εργαλεία, καλαθάκια, επάλειψη με λάδι, φύλαξη σε κρασί ή οινολάσπη έδωσαν πολλούς και διαφορετικούς τύπους τυριών που μέσα από την παράδοση διασώθηκαν, εξελίχθηκαν και σήμερα πολλά από αυτά αποτελούν προϊόντα οργανωμένων μονάδων, που αναδεικνύουν τον τυροκομικό πλούτο των τυριών.
Τυριά ΠΟΠ
Μιλώντας για πλούτο είναι σημαντικό να προσδιορίσουμε πως αυτή τη στιγμή στις Κυκλάδες παράγονται περισσότερα από 100 διαφορετικά τυριά πολλά από αυτά καταγεγραμμένα και ταυτοποιημένα, δημιουργώντας ένα υπερπολύτιμο μωσαϊκό γεύσης που κάθε ψηφίδα συμβάλει ισάξια στην τράπεζα της γευστικής μας μνήμης και ταυτόχρονα γίνεται φορέας του χρόνου, της παράδοσης και του τόπου της.
Δεν υπάρχει κυκλαδίτικο νησί που να μην έχει τυρί, και μάλιστα τυρί με ονοματεπώνυμο, και έντονη έκφραση τοπικότητας. Γυλωμένη Μανούρα στη Σίφνο, του λάκκου στη Σέριφο, Σαν Μιχάλη στη Σύρο, Βολάκι στην Άνδρο, Πετρωτό στην Τήνο, Κοπανιστή στη Μύκονο, Αρσενικό στη Νάξο, Χλωρό στη Σαντορίνη, Μανούρα στη Μήλο, Σκοτύρι στην Ίο, Αγουργιανό στη Γυάρο, Βραστό στην Ανάφη, Κυθνέικο τυρί και Τζιώτικο Σκοτύρι είναι μόνο ελάχιστα από τα δεκάδες τυριά που παράγονται στα νησιά μας.
Είναι όμως σημαντικό να σταθούμε σε τρία από αυτά, την Κοπανιστή Κυκλάδων, το Σαν Μιχάλη Σύρου και το Αρσενικό Νάξου, που φέρουν τον χαρακτηρισμό ΠΟΠ. Η ένδειξη ΠΟΠ σημαίνει Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης και αποτελεί την ονομασία που ταυτοποιεί ένα προϊόν, το οποίο κατάγεται από συγκεκριμένο τόπο, περιοχή ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις χώρα, του οποίου η ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά οφείλονται κυρίως ή αποκλειστικά στο ιδιαίτερο γεωγραφικό περιβάλλον που συμπεριλαμβάνει τους εγγενείς φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες, και του οποίου όλα τα στάδια της παραγωγής, πραγματοποιούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.
Αναφερθήκαμε ήδη παραπάνω στους παράγοντες εκείνους που διαμορφώνουν το σύμπλεγμα των κυκλαδίτικών νησιών ως ένα ιδιόμορφο και γευστικά δυναμικό terroir γεγονός που αποδεικνύεται και από την ύπαρξη τριών διαφορετικών μεταξύ τους τυριών με ένδειξη ΠΟΠ.
Μιλώντας για πλούτο είναι σημαντικό να προσδιορίσουμε πως αυτή τη στιγμή στις Κυκλάδες παράγονται περισσότερα από 100 διαφορετικά τυριά πολλά από αυτά καταγεγραμμένα και ταυτοποιημένα, δημιουργώντας ένα υπερπολύτιμο μωσαϊκό γεύσης που κάθε ψηφίδα συμβάλει ισάξια στην τράπεζα της γευστικής μας μνήμης και ταυτόχρονα γίνεται φορέας του χρόνου, της παράδοσης και του τόπου της.
Η ανάδειξη αυτών των τυριών ως τοπικά τυριά σε καθεστώς προστασίας αποτελεί ίσως ένα από τα ισχυρότερα όπλα στη φαρέτρα της ελληνικής παραγωγής, τοποθετώντας τα σε μια κλειστή ομάδα προϊόντων παγκοσμίως, όπου η ποιότητα παρασκευής τους συνδέεται άρρηκτα με τον τόπο στον οποίο παράγονται και την ιστορική παράδοση αυτού. Μέσω αυτής της διαδικασίας, μικρές οικοτεχνίες των Κυκλάδων διεκδικούν το δικαίωμα για μια θέση στην παγκόσμια αγορά προσφέροντας προϊόντα υψηλής ποιότητας, μοναδικής γεύσης και τοπικής ταυτότητας, ως πρεσβευτές μιας σημαντικής γαστρονομικής και κατ’ επέκταση πολιτισμικής κληρονομιάς. Συμπερασματικά, καταλήγουμε στη διαπίστωση πως ένα τοπικό προϊόν αποκτά υπεραξία την οποία μπορεί να εξαργυρώσει σε διαφορετικά επίπεδα, δημιουργώντας βιώσιμες οικοτεχνίες και συμβάλλοντας στην γενικότερη οικονομική ανάπτυξή του τόπου του.
Είναι σημαντικό επίσης να αναφέρουμε πως η ανάπτυξη της γαστρονομίας στις Κυκλάδες αποτελεί ένα σημαντικό μοχλό ανάπτυξης και εμπλουτισμού του τουριστικού προϊόντος της περιοχής, προσελκύοντας επισκέπτες που αναζητούν την ποιότητα και την γνωριμία ενός τόπου μέσω των πολιτισμικών του αγαθών, όπως είναι η κουζίνα και τα προϊόντα του, συμβάλλοντας έτσι στην διαμόρφωση ενός βιώσιμου τουριστικού μοντέλου εμπειριών.
Η Τυροκομία, παράλληλα με την Οινοποιία, αποτελούν τους δύο βασικούς γαστρονομικούς τομείς παραγωγής προϊόντων των Κυκλάδων που ταξιδεύουν την τοπική μας ταυτότητα σε ολόκληρο τον κόσμο συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας, στην στήριξη και τους δεσμούς μεταξύ των μελών της τοπικής κοινωνίας και εντέλει, στη δημιουργία πολιτισμού.
Η παραγωγή τοπικών προϊόντων υψηλής ποιότητας με υπεραξία συμβάλει ουσιαστικά στην διαμόρφωση συνθηκών ανάπτυξης, που κρατούν τους νέους στον τόπο τους, δημιουργώντας γερές ρίζες με τις τοπικές κοινωνίες. Ολοένα και περισσότεροι νέοι παραγωγοί αναλαμβάνουν τα τυροκομικά εργαστήρια των προγόνων τους στις Κυκλάδες, εφαρμόζουν καινοτόμες μεθόδους τυροκόμησης, εμπλουτίζουν τη γκάμα των παραδοσιακών τυριών, βελτιώνουν την ποιότητα, ακολουθούν σύγχρονες τεχνικές marketing και αναπτύσσουν τις οικοτεχνίες τους, παραδίδοντας προϊόντα ακόμη υψηλότερης ποιότητας δημιουργώντας ένα σπιράλ ανάπτυξης και εξέλιξης.
Δίκτυο Aegean Cuisine
Η παραγωγή τυριών στις Κυκλάδες αν και παραμένει σε μικρότερη κλίμακα σε σχέση με άλλες τυροπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας όπως η Κρήτη, η Θεσσαλία ή η Πελοπόννησος, εντούτοις έχει να επιδείξει προϊόντα υψηλής ποιότητας που είναι περιζήτητα στις αγορές τροφίμων καθώς συνδυάζουν σημαντικά χαρακτηριστικά όπως γεύση, θρεπτική αξία, τοπικότητα, χαρακτήρα, ταυτότητα.
Η καταγραφή αυτής της παραγωγής, η πληροφόρηση και η εκπαίδευση των επαγγελματιών του κλάδου της Εστίασης και του Τουρισμού καθώς και η ενθάρρυνσή τους να εντάξουν τα τοπικά προϊόντα στα μενού τους, αποτελούν τα κύρια σημεία δράσης για την προώθηση των τυροκομικών προϊόντων σε ευρύτερο κοινό, τη βελτίωση της παραγωγής και την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας.
Σημαντικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια διαδραμάτισε η πρωτοβουλία Aegean Cuisine, η οποία ξεκίνησε μετά από συντονισμένες ενέργειες του Κέντρου Επιχειρηματικής και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (Κ.Ε.Τ.Α) Νοτίου Αιγαίου σε συνεργασία με τα Επιμελητήρια Κυκλάδων και Δωδεκανήσου. Το Aegean Cuisine είναι ένα σύστημα μελών-επιχειρήσεων των νησιών του Νοτίου Αιγαίου οι οποίες επιθυμούν και υπόσχονται να προσφέρουν στους επισκέπτες αιγαιοπελαγίτικο συναίσθημα και εμπειρία. Γεννήθηκε με σκοπό την αξιοποίηση της ιδιαίτερα πλούσιας αιγαιοπελαγίτικης οινο-γαστρονομίας, προς όφελος της ανάδειξης και προβολής των τοπικά παραγόμενων προϊόντων, αλλά και της δημιουργίας και προώθησης του θεματικού τουρισμού των νησιών του Αιγαίου. Σήμερα, συνεχίζει να σχεδιάζει και αναπτύσσει ενέργειες και δράσεις προς όφελος, αφενός των μελών-επιχειρήσεων και αφετέρου της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών στους επισκέπτες των νησιών του Νοτίου Αιγαίου
Είναι αλήθεια όμως πως, το μεγάλο πλεονέκτημα του ιδιαίτερου terroir των Κυκλάδων όπως το περιγράψαμε παραπάνω, αποτελεί ταυτόχρονα και το σημαντικότερο εμπόδιο για την ανάπτυξη των πωλήσεων. Το σύμπλεγμα των νησιών και η εξάρτηση τους από τις θαλάσσιες μεταφορές, καθώς και το απαρχαιωμένο δίκτυο των εταιρειών που προσφέρουν υπηρεσίες μεταφορών στην Ελλάδα, αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη μιας αξιόπιστης εμπορικής διαδικασίας που θα επιτρέψει στα τυριά των Κυκλάδων να φτάσουν ευκολότερα στο τραπέζι του κοινού στο οποίο απευθύνονται.
Παρότι το πρόβλημα των logistics στην Ελλάδα αποτελεί ένα αγκάθι που δημιουργεί «οικονομική φλεγμονή» στη γενικότερη ανάπτυξη της μη βιομηχανικής παραγωγής, στην οποία ανήκει η πλειονότητα των τυροκομείων των νησιών, στις Κυκλάδες γίνεται εντονότερο λόγω του ανάγλυφου της περιοχής, του δύσβατου οδικού δικτύου αλλά και των καιρικών συνθηκών στις οποίες έχουν ευαισθησία τόσο η παραγωγή, όσο και οι μεταφορές από τα νησιά.
Για το λόγο αυτό είναι ανάγκη η συνεργασία με σημαντικούς κόμβους διανομής, εξειδικευμένους σε προϊόντα μικρών οικοτεχνιών, που θα ενδυναμώσουν την εφοδιαστική αλυσίδα, από και προς τα νησιά των Κυκλάδων, και θα δώσουν τη δυνατότητα για την αειφόρα ανάπτυξη της παραγωγής γαλακτοκομικών και τυροκομικών τοπικών προϊόντων.
Παραδοσιακά προϊόντα στη σύγχρονη γαστρονομία
Η σύγχρονη γαστρονομία χαρακτηρίζεται ολοένα και περισσότερο από μία ορμητική φυγή προς το παρελθόν, δηλαδή την αξιοποίηση όσο δυνατόν καλύτερης ποιότητας πρώτης ύλης με όσο το δυνατόν λιγότερες τεχνικές. Μια τάση επιστροφής στις πρωταρχικές νότες της γεύσης που ερεθίζουν τις αισθήσεις, ανακαλούν μνήμες και δημιουργούν εμπειρίες. Η υπερανάπτυξη του Τουρισμού, η πανδημία και η υπερκατανάλωση τροφίμων οδήγησε τη γαστρονομία να αναζητήσει νέους τρόπους έκφρασης, εισάγοντας τις έννοιες της Αειφορίας, της ηθικής παραγωγής, του slow food σε αντιδιαστολή με το fast food και του υγιεινού τρόπου ζωής που οδηγεί στην προσωπική ευεξία.
Έτσι, όλο και περισσότεροι σεφ ανά τον κόσμο που αναζήτησαν δημιουργικές Μούσες στην πρωτογενή παραγωγή, επέστρεψαν στην ύπαιθρο, βύθισαν τα χέρια τους βαθιά στο χώμα για να νιώσουν τον δημιουργικό οίστρο της φύσης, αφουγκράστηκαν τη γη και αναζήτησαν τη γεύση στην πρωταρχική της ουσία, στη δύναμη της αυθεντικής πρώτης ύλης.
Είναι αλήθεια, πως η ανάπτυξη της μαγειρικής τέχνης στο παρελθόν έδωσε τη δυνατότητα στους επαγγελματίες να παρουσιάσουν εξαιρετικές γαστρονομικές δημιουργίες βασισμένες σε εντυπωσιακές τεχνικές, που έκαναν την τροφή μας αρκετά νόστιμη, ελκυστική και συνεπή, βοηθώντας στην παροχή καλύτερων υπηρεσιών στην Εστίαση. Σε αυτή τη «συνεπή» μαγειρική η πρώτη ύλη είχε σημαντικό ρόλο, όχι όμως καθοριστικό στην τελική γεύση και τη δημιουργία «νόστου».
Σήμερα, στην παγκόσμια γαστρονομική σκηνή κυριαρχούν στοιχεία όπως είναι η αυθεντικότητα, η τοπικότητα, η εποχικότητα, η αναζήτηση της καλύτερης πρώτης ύλης, η μελέτη της παράδοσης και της ιστορίας του τόπου. Η Ελληνική κουζίνα, κατεξοχήν αειφόρα και λιτή, αναζητούσε τα υλικά της στην εποχή τους, μαγείρευε με ότι της έδινε ο τόπος, δεν πετούσε τίποτα, παρέμενε βαθιά θρεπτική και πάντα μα πάντα σεβόταν την ιστορία της.
Στα νησιά των Κυκλάδων η παράδοση αυτή διατηρείται σχεδόν αναλλοίωτη, η πρώτη ύλη διαθέτει δύναμη γεύσης και θρεπτικής αξίας, η εποχικότητα καθορίζει ακόμη τις ζωές και τις συνήθειες των ανθρώπων και η αυθεντικότητα βρίσκει τον εκφραστή της αλήθειας της και τον ξενιστή της. Οι σεφ για τις κουζίνες τους αναζητούν στις Κυκλάδες τα χρώματα εκείνα που θα τους επιτρέψουν να δημιουργήσουν ανυπέρβλητους γευστικούς καμβάδες και τα κυκλαδίτικα τυριά κατέχουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την παλέτα.
Τα τυριά των Κυκλάδων αποτελούν για τη σύγχρονη γαστρονομία στοιχεία διαφοροποίησης και υπεροχής στο οπλοστάσιο της. Τόσο τα τυριά ΠΟΠ όσο και τα υπόλοιπα τοπικά τυριά των Κυκλάδων αποτελούν για τους επαγγελματίες της Εστίασης των νησιών, βασικά συστατικά στις σύγχρονες λίστες τους διαφοροποιώντας το προσφερόμενο προϊόν στους τουρίστες Τα τυριά και οι εφαρμογές τους αποτελούν ένα μέσο μετάφρασης της τοπικής κοινωνίας και επικοινωνίας της με τους επισκέπτες του τόπου. Οι επισκέπτες κατανοούν καλύτερα την πολιτισμική και κοινωνική κουλτούρα των Κυκλάδων μέσω της γαστρονομίας δημιουργώντας γευστικές εικόνες και εμπειρίες που τους συνοδεύουν ακόμη και μετά την επιστροφή τους στη χώρα τους.
Και εάν οι ντόπιοι επαγγελματίες βρίσκουν στα κυκλαδίτικα τυριά το μέσο για να αναπτύξουν τον γευστικό διάλογο με τους επισκέπτες, οι επαγγελματίες σε ολόκληρη τη χώρα βρίσκουν έναν σημαντικό σύμμαχο στις κουζίνες τους για να αναδείξουν αυθεντικές γεύσεις με τοπικό χαρακτήρα, απαράμιλλη γευστική δύναμη και θρεπτική αξία σε μια σύγχρονη ελληνική κουζίνα.
Ταυτόχρονα, το καταναλωτικό κοινό αναζητά συχνότερα τοπικά προϊόντα στα ράφια delicatessen, καθώς η ανάγκη για ποιοτικότερες επιλογές έχει περάσει πλέον και σε επίπεδο νοικοκυριού. Η χρήση τοπικών προϊόντων, όπως είναι τα τυριά των Κυκλάδων, στα μενού των εστιατορίων βοηθάει στην εκπαίδευση των καταναλωτών οι οποίοι με τη σειρά τους αναζητούν τα συγκεκριμένα προϊόντα για να τα εντάξουν στην καθημερινή διατροφή τους.
Συμπέρασμα
Οι Κυκλάδες αποτελούν ένα μοναδικό και ιδιόμορφο terroir που βοηθά στην παραγωγή τυροκομικών προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας, εξαιρετικής νοστιμιάς με τοπική ταυτότητα και ουσιαστική κοινωνική, πολιτισμική, ιστορική και οικονομική σημασία.
Η παραγωγή τυροκομικών στις Κυκλάδες συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου, δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των μελών της κοινότητας και αναβαθμίζει το προσφερόμενο τουριστικό προϊόν προσελκύοντας ποιοτικότερους επισκέπτες, με τρόπο που να ευνοεί την Αειφορία και την κοινωνική ευημερία.
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των κυκλαδίτικων τυριών δημιουργεί ένα μοναδικό σε παγκόσμιο επίπεδο γευστικό πορτφόλιο που διαθέτει ήδη τρεις τύπους τυριών με ένδειξη Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης και δυναμική για ανάπτυξη και άλλων δημιουργώντας «επώνυμα» προϊόντα και υπεραξία.
Πρωτοβουλίες εκπαίδευσης, προβολής και προώθησης των τοπικών προϊόντων [Aegean Cuisine, Tinos Food Paths, Φεστιβάλ κ.α.] που οργανώνονται από τοπικούς φορείς όπως το Επιμελητήριο Κυκλάδων, Δήμους και επαγγελματίες, συμβάλλουν τα μέγιστα στη διάδοση της τοπικής κουλτούρας και της ανάπτυξης αυτών των προϊόντων.
Οι ουσιαστικές και αποδοτικές συνέργειες για την αντιμετώπιση προβλημάτων σε παθογόνους τομείς όπως τα logistics αποτελούν μονόδρομο για την περαιτέρω ανάπτυξη αυτών των προϊόντων.
Η σύγχρονη γαστρονομία έχει ανάγκη από τοπικά προϊόντα υψηλής ποιότητας και τα τυριά των Κυκλάδων αποτελούν ένα ισχυρό χαρτί για την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας, την αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος και την παροχή ανεπανάληπτων γευστικών εμπειριών προς τους καταναλωτές/επισκέπτες.
Comments